Η Ε.ΜΕ.ΝΟ οργανώνεται από την Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών σε συνεργασία με όλες τις Ιατρικές Σχολές της Ελλάδος. Συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και από Εθνικούς πόρους στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση». H E.ME.NO έχει ξεχωριστή αξία και σημασία γιατί:
Συγκεκριμένα η ΕΜΕΝΟ αποσκοπεί στην καταγραφή της νοσηρότητας και των κύριων παραγόντων κινδύνου χρόνιων νοσημάτων, εστιάζοντας κυρίως σε αναπνευστικά και καρδιαγγειακά νοσήματα. Θα παράσχει πολύτιμες πληροφορίες για την αξιολόγηση του βαθμού εφαρμογής των συνιστώμενων μέτρων πρόληψης και των πιθανών φραγμών στην πρόσβαση στο σύστημα υγείας καθώς και των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων που επηρεάζουν την υγεία, και τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Επίσης θα επιχειρήσει να χαρτογραφήσει τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης και να διερευνήσει τις επιπτώσεις της έκθεσης σε αυτή στην υγεία των πολιτών.
Τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι υπεύθυνα για το ένα τρίτο των θανάτων παγκοσμίως [1-2] ενώ αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου στην Ευρώπη (42% στους άνδρες, 52% στις γυναίκες) [3]. Από τους θανάτους σε άτομα ηλικίας κάτω των 65 ετών, τα καρδιαγγειακά νοσήματα ευθύνονται για το 31% στους άνδρες και 25% στις γυναίκες [3]. Ενώ τις τελευταίες δεκαετίες στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, τη Σκανδιναβία, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, και άλλες χώρες, έχει διαπιστωθεί μεγάλη μείωση της επίπτωσης των καρδιαγγειακών επεισοδίων μέσω της εφαρμογής εθνικών προγραμμάτων διάγνωσης και παρέμβασης, στην Ελλάδα τα καρδιαγγειακά επεισόδια έχουν αυξηθεί [3]. Έτσι, η Ελλάδα έχει πλέον περισσότερα θανατηφόρα καρδιαγγειακά επεισόδια (τόσο εγκεφαλικά επεισόδια όσο και εμφράγματα) από τις χώρες χαμηλού κινδύνου της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ιταλία και η Γαλλία [3]. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην αλλαγή του τρόπου ζωής των Ελλήνων και την επιδείνωση αναγνωρισμένων παραγόντων κινδύνου, όπως η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή και το κάπνισμα και κατά προέκταση, η υπέρταση, η υπερχοληστερολαιμία και ο διαβήτης. Η συχνότητα του καπνίσματος στην Ελλάδα είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη και της παχυσαρκίας η υψηλότερη στη Ευρώπη στους άνδρες και πολύ υψηλή και στις γυναίκες. Με βάση τα δεδομένα αυτά μπορεί να προβλεφθεί περαιτέρω αύξηση των καρδιαγγειακών επεισοδίων στη χώρα μας στα επόμενα χρόνια.
H υπέρταση αφορά περίπου στο 30% του γενικού πληθυσμού. Η επίπτωσή της αυξάνεται με την ηλικία και ξεπερνά το 70% σε ηλικία πάνω από τα 70 έτη [3]. Η υπέρταση είναι ο ισχυρότερος τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για καρδιαγγειακά νοσήματα, όπως το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, το έμφραγμα μυοκαρδίου, και τη νεφρική ανεπάρκεια. Εκτιμάται ότι ευθύνεται για το 50% των θανατηφόρων αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και για το 45% των θανατηφόρων καρδιακών συμβάντων [1]. Για κάθε 20 mmHg μείωσης της συστολικής πίεσης και κάθε 10 mmHg της διαστολικής ο κίνδυνος για εγκεφαλικό επεισόδιο ή έμφραγμα μυοκαρδίου μειώνεται στο μισό [4]. Η υπέρταση κατά κανόνα δεν προκαλεί συμπτώματα, μέχρι να εκδηλωθούν οι καταστρεπτικές συνέπειές της στο καρδιαγγειακό σύστημα. Η αντιμετώπισή της βασίζεται κυρίως στη έγκαιρη διάγνωση σε προσυμπτωματικό στάδιο και στη μακροχρόνια ρύθμισή της με τακτική φαρμακευτική θεραπεία και συστηματική παρακολούθηση. Εκτιμάται ότι στην Ελλάδα τα 50% των υπερτασικών είναι αδιάγνωστοι και από αυτούς που έχουν διαγνωσμένη υπέρταση μόνο το 25% την έχει ρυθμίσει. Η πρώιμη διάγνωση και διαχείριση της υπέρτασης αποτελεί πρωτεύοντα στόχο της πρωτογενούς πρόληψης στον γενικό πληθυσμό.
Πέραν της υπέρτασης, ένας άλλος παράγοντας κινδύνου κυρίως για εγκεφαλικό επεισόδιο είναι η παρουσία κολπικής μαρμαρυγής. Πρόκειται για την συχνότερη αρρυθμία και αφορά στο 5-8% των ασθενών άνω των 70 ετών. Η κολπική μαρμαρυγή πενταπλασιάζει τον κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο, τριπλασιάζει τον κίνδυνο για συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και έχει άμεσες επιπτώσεις στην υγεία και την ποιότητα ζωής των ασθενών. Η πρώιμη ανίχνευση και διαχείριση των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή προτείνεται σήμερα από τις διεθνείς οδηγίες στους υπερτασικούς ασθενείς >65 ετών, δεδομένου ότι η υπέρταση είναι η συχνότερη συνυπάρχουσα νόσος σε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή [6].
Δυστυχώς στη Ελλάδα δεν έχουν γίνει εθνικές επιδημιολογικές μελέτες για την καταγραφή των καρδιαγγειακών επεισοδίων και των παραγόντων κινδύνου, ούτε βέβαια έχουν ποτέ εφαρμοστεί εθνικά προγράμματα διάγνωσης και παρέμβασης. Τα διαθέσιμα στοιχεία προέρχονται από αποσπασματικές μελέτες διαφόρων ερευνητών σε επιλεγμένους παράγοντες κινδύνου και νοσήματα.
Παρότι τα μέχρι τώρα δεδομένα σε εθνικό επίπεδο είναι ανεπαρκή, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για αυξανόμενη επίπτωση παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου με προβλεπόμενη επιδημία καρδιαγγειακής νόσου. Υπάρχει επομένως άμεση ανάγκη εθνικής επιδημιολογικής μελέτης αξιολόγησης της υγείας του πληθυσμού καθώς και των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης. Το κενό αυτό θα καλύψει η ΕΜΕΝΟ. Τα δεδομένα που θα προκύψουν θα επιτρέψουν τον σχεδιασμό εθνικών στρατηγικών δημόσιας υγείας με στόχο την αποτροπή της αναμενόμενης επιδημίας καρδιαγγειακών νοσημάτων.
1. WorldHealth Organization. World health statistics 2012. Geneva, Switzerland: World Health Organization 2012.
2. Global health risks: mortality and burden of disease attributable to selected major risks. Geneva, World Health Organization, 2009 (http://www.who.int/healthinfo/global_burden_ disease / GlobalHealthRisks_ report_full.pdf)
3. European Cardiovascular Disease Statistics. European Heart Network and European Society of Cardiology. Edition 2012. http://www.escardio.org/about/Documents/EU-cardiovascular-disease-statistics-2012.pdf. Assessed 12 September 2013.
4. Lloyd-Jones D, Adams R, Carnethon M, De Simone G, Ferguson TB, Flegal K, et al. Heart disease and stroke statistics—2009 update: a report from the American Heart Association Statistics Committee and Stroke Statistics Subcommittee. Circulation 2009; 119:e21–181.
5. Lewington S, Clarke R, Qizilbash N, Peto R, Collins R; Prospective Studies Collaboration. Age-specific relevance of usual blood pressure to vascular mortality: a meta-analysis of individual data for one million adults in 61 prospective studies. Lancet 2002; 360:1903-1913.
6. 2012 focused update of the ESC Guidelines for the management of atrial fibrillation: an update of the 2010 ESC Guidelines for the management of atrial fibrillation. Developed with the special contribution of the European Heart Rhythm Association. Eur Heart J. 2012.
Διεθνώς
Τα νοσήματα του αναπνευστικού συστήματος και κυρίως η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και το βρογχικό άσθμα περιλαμβάνονται στα σημαντικότερα αίτια νοσηρότητας και θνησιμότητας παγκοσμίως συμβάλλοντας σημαντικά στην αύξηση των ιατροφαρμακευτικών δαπανών [1]. Η ΧΑΠ αποτελεί ίσως την μόνη από τις κύριες αιτίες θανάτου που η συχνότητά της αυξάνει, παρά το γεγονός ότι υποδιαγιγνώσκεται καθώς πολλοί ασθενείς μένουν αδιάγνωστοι [2]. Σύμφωνα με την Global Burden of Disease Study υπολογίζεται ότι το έτος 2020 θα αποτελεί την 3η πιο συχνή αιτία θανάτου παγκοσμίως. Έχει επίσης διαπιστωθεί ότι η συχνότητά της ποικίλλει από κράτος σε κράτος. Σε προηγούμενες μελέτες γενικού πληθυσμού στις ΗΠΑ, Ισπανία, Ιταλία, Νορβηγία, Δανία και Ιαπωνία η συχνότητά της κυμαίνεται από 4-10% στον ενήλικο γενικό πληθυσμό [3]. Το κάπνισμα είναι τεκμηριωμένα ο κύριος αιτιολογικός παράγοντας της ΧΑΠ, όμως είναι πλέον γνωστό ότι και άλλοι παράγοντες όπως η έκθεση σε αέριους και σωματιδιακούς ρύπους (επαγγελματικές εκθέσεις, ατμοσφαιρική ρύπανση, ρύπανση εσωτερικών χώρων πχ από χρήση ξυλόσομπας, τζάκι κλπ) συμβάλλουν στην παθογένεσή της.
Στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα οι εκτιμήσεις για τη συχνότητα της ΧΑΠ κυμαίνονται μεταξύ 9% και 17%, αν και οι μελέτες αυτές δεν αφορούσαν γενικό πληθυσμό [4-6]. Στη μόνη ελληνική μελέτη που η επιλογή μεν του δείγματος έγινε από τον γενικό πληθυσμό αλλά περιορίστηκε μόνο στους καπνιστές, η συχνότητα της ΧΑΠ στους καπνιστές ήταν 8,4% [7]. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί το παράδοξα χαμηλό ποσοστό ΧΑΠ σε μια χώρα κατεξοχήν καπνιστών (46% του ελληνικού πληθυσμού είναι καπνιστές). Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να οφείλεται είτε σε υποεκτίμηση είτε σε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πληθυσμού όπως γενετικοί παράγοντες, τρόπος ζωής (πχ μεσογειακή δίαιτα) κ.ά.
Διεθνώς
Πολυάριθμες επιδημιολογικές μελέτες καταδεικνύουν την αύξηση της συχνότητας του βρογχικού άσθματος ιδιαίτερα τις δυο τελευταίες δεκαετίες [1]. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) 300.000.000 άνθρωποι υποφέρουν από άσθμα παγκοσμίως ενώ 255.000 πέθαναν από άσθμα το 2005. Για την αύξηση αυτή, η οποία παρατηρήθηκε σε μικρό χρονικό διάστημα ώστε να αποδοθεί σε γενετικούς παράγοντες, έχουν ενοχοποιηθεί περιβαλλοντικοί παράγοντες (αλλεργιογόνα, επαγγελματικές εκθέσεις, ατμοσφαιρική ρύπανση, ρύπανση εσωτερικών χώρων, κάπνισμα, διατροφικές συνήθειες, παχυσαρκία). Επιπλέον, παρατηρούνται διαφορές στη συχνότητα της νόσου όχι μόνο μεταξύ κρατών αλλά και μεταξύ περιοχών του ίδιου κράτους (αστικές, αγροτικές περιοχές).
Στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα από διάφορες μελέτες σε ειδικούς πληθυσμούς υπάρχουν αντικρουόμενα στοιχεία [8-10]
Η διεξαγωγή επιδημιολογικής μελέτης για τον προσδιορισμό της συχνότητας της ΧΑΠ, του άσθματος και της κατανομής των παραγόντων κινδύνου στον γενικό πληθυσμό θα αναδείξει το μέγεθος του προβλήματος και θα βοηθήσει στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή αποτελεσματικών προγραμμάτων πρόληψης και θεραπευτικής παρέμβασης. Επιπρόσθετα θα θέσει τις προϋποθέσεις για τη διαχρονική παρακολούθηση των μεταβολών στη συχνότητα της νόσου.
1. WHO Collaborating Centre for Surveillance of Cardiovascular Diseases. Global Cardiovascular Infobase. http://www.cvdinfobase.ca. Assessed January 2010
2. Lopez AD, Shibuya K, Rao C et al (2006). Chronic obstructive pulmonary disease: current burden and future projections. European Respiratory Journal; 27:397–412
3. Mannino DM, Homa DM, Akinbami LJ, Ford ES, Redd SC (2002). Chronic obstructive pulmonary disease surveillance-United states, 1971-2000. MMWR Surveillance Summaries, 51:1-16
4. Gourgoulianis KI, Katikos P, Moraitis M, Argiriou N, Molyvdas PA (2000). Chronic bronchitis in rural and industrial areas. Annals of Agricultural and Environmental Medicine; 7:29–31
5. Tabak C, Feskens EJM, Heederik D, Kromhout D, Menotti A, Blackburn HW (1998). Fruit and fish consumption: a possible explanation for population differences in COPD mortality (the Seven Countries Study). European Journal of Clinical Nutrition, 52:819–825
6. Vrachnis N, Iliodromitou Z, Hamos B (1998). The prevalence of chronic obstructive pulmonary disease in Greeks over 55 years. Archives of Hellenic Medicine, 15:565–570
7. Tzanakis N, Anagnostopoulou U, Filaditaki V, Christaki P, Siafakas N (2004). Prevalence of COPD in Greece. Chest, 125:892-900
8. Bacopoulou F, Veltsista A, Vassi I et al (2009). Can we be optimistic about asthma in childhood? A Greek cohort study. Journal of Asthma, 46:171-174
9. Chatzi L, Prokopakis E, Tzanakis N et al (2005). Allergic rhinitis, asthma, and atopy among grape farmers in a rural population in Crete, Greece. Chest, 127:372-378
10. Papageorgiou N, Gaga M, Marossis C et al (1997). Prevalence of asthma and asthma-like symptoms in Athens, Greece. Respiratory Medicine, 91:83-88
Μεγάλες και μακροχρόνιες μελέτες έχουν με βεβαιότητα καταδείξει ότι ακόμη και στην εποχή της χαρτογράφησης του ανθρώπινου γονιδιώματος τον πιο σημαντικό ρόλο στην υγεία των ανθρώπων τον διαδραματίζουν οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες. Ο ΠΟΥ προσδιορίζει 9 κοινωνικούς παράγοντες που καθορίζουν το επίπεδο της υγείας: κοινωνικο-οικονομική κατάσταση, άγχος, οι συνθήκες ζωής κατά τα πρώιμα χρόνια, κοινωνικός αποκλεισμός, εργασία, ανεργία, κοινωνική στήριξη, εξαρτήσεις, διατροφή και τρόπος μετακίνησης (μέσα μαζικής κυκλοφορίας, περπάτημα) [1]
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε στο κέντρο μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην καθημερινή ζωή σχεδόν όλων των ανθρώπων.
Στην Ευρωπαϊκή ένωση των 27 χωρών τα ποσοστά των ατόμων που ήταν στα όρια της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού παρουσίασαν λόγω της οικονομικής κρίσης συστηματική αύξηση από το 23,3% το 2009 στο 23,7%, 24,3% και 24,9% για τα έτη 2010, 2011 και 2012 αντίστοιχα.
Στην Ελλάδα, δυστυχώς, το φαινόμενο αποτυπώνεται ακόμα πιο έντονα και μάλιστα με επιταχυνόμενες τάσεις με τα αντίστοιχα ποσοστά να είναι 27,7% και 31,0% τα έτη 2010 και 2011. Το 2012 το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα έφτασε το 34,6% ξεπερνώντας έτσι αντίστοιχα ποσοστά χωρών όπως η Λιθουανία (32,5%), η Ουγγαρία (32,4%) ή η Κροατία (32,3%).
Στον τομέα της ανεργίας η εικόνα ήταν παρόμοια με τη διαφορά ότι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης έγιναν εμφανείς λίγο νωρίτερα. Ενώ ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος ανεργίας ανέβηκε ήπια από το 7,1% το 2008 στο 10,5% το 2012, η αντίστοιχη αύξηση στην Ελλάδα ήταν εκρηκτική (από 7,7% στο 24,3%). Οι πλέον ευάλωτοι πληθυσμοί είναι οι γυναίκες (28,1%) και οι νέοι κάτω των 25 ετών (55,3% συνολικά και 63,2% στις γυναίκες) [2].
Οι επιπτώσεις αυτών των αλλαγών στην υγεία είναι ήδη εμφανείς και τεκμηριωμένες από πολλές έρευνες ή φορείς:
Οι μελέτες που έγιναν σε άλλες χώρες με ανάλογες οικονομικές κρίσεις δεν αφήνουν αμφιβολία για τους κινδύνους που εγκυμονούν αυτές οι κρίσεις στην υγεία των ανθρώπων. Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα στοιχεία για το είδος και τη βαρύτητα των επιπτώσεων αυτών είτε σε τοπικό είτε σε εθνικό επίπεδο. Έχει μεγάλη σημασία να ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει έτσι ώστε όσο το δυνατό συντομότερα και πιο αποτελεσματικά να προλάβουμε τις αρνητικές επιπτώσεις και να λάβουμε τα κατάλληλα μέτρα για να ανακοπεί μια πιθανή καταστροφή όχι μόνο των τωρινών αλλά και των μελλοντικών γενεών.
1. WHO (2003). Social Determinants of Health. 2nd edition. The solid Facts
2. http://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal/page/portal/statistics/search_database και εξήχθησαν το Νοέμβριο του 2013)
3, Economou M, Madianos M, Theleritis C, Peppou LE, Stefanis CN. Increased suicidality amid economic crisis in Greece. Lancet 2011; 378: 1459.
4. Kontaxakis V, Papaslanis T, Havaki-Kontaxaki B, Tsouvelas G, Giotakos O, Papadimitriou G. Suicide in Greece: 2001-2011. Psychiatrike. 2013 Jul-Sep;24(3):170-174.
5. Madianos M, Economou M, Alexiou T, Stefanis C. Depression and economic hardship across Greece in 2008 and 2009: two cross-sectional surveys nationwide.Soc Psychiatry Psychiatr Epidemiol 2011; 46: 943–52.
6. Economou M, Madianos M, Peppou LE, Theleritis C, Patelakis A, Stefanis C. Suicidal ideation and reported suicide attempts in Greece during the economic crisis. World Psychiatry. 2013 Feb;12(1):53-9
7. Skapinakis P, Bellos S, Koupidis S, Grammatikopoulos I, Theodorakis PN, Mavreas V. Prevalence and sociodemographic associations of common mental disorders in a nationally representative sample of the general population of Greece. BMC Psychiatry. 2013 Jun 4;13:163
8. Kentikelenis A, Karinikolos M, Papanicolas I, Basu S, McKee M, Stuckler D. Health effects of fi nancial crisis: omens of a Greek tragedy. Lancet 2011; 378: 1457–58.
9. Bonovas S, Nikolopoulos G. High-burden epidemics in Greece in the era of economic crisis. Early signs of a public health tragedy. J Prev Med Hyg. 2012 Sep;53(3):169-71.
10. Paraskevis D, Nikolopoulos G, Fotiou A, Tsiara C, Paraskeva D, Sypsa V, Lazanas M, Gargalianos P, Psichogiou M, Skoutelis A,Wiessing L, Friedman SR, Jarlais DC, Terzidou M, Kremastinou J, Malliori M, Hatzakis A. Economic Recession and Emergence of an HIV-1 Outbreak among Drug Injectors in Athens Metropolitan Area: A Longitudinal Study. PLoS One. 2013 Nov 12;8(11):e78941.
11. Hopkins S. Economic stability and health status: evidence from East Asia before and after the 1990s economic crisis. Health Policy. 2006 Feb;75(3):347-57
Οι μελέτες χρήσης Υπηρεσιών Υγείας αποσκοπούν στην αξιολόγηση των Συστημάτων Υγείας, καθώς και στον ορθολογικό προγραμματισμό της ανάπτυξης και της χρηματοδότησης τους.
Η έννοια του «Συστήματος Υγείας» αναφέρεται στο σύνολο των υπηρεσιών υγείας που υπάρχουν σε μια χώρα, την οργάνωση, στελέχωση και διοίκηση τους, καθώς και την χρηματοδότηση της λειτουργίας τους. Κάθε Σύστημα Υγείας αποτελείται από επιμέρους υποσυστήματα, που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους.
Βασικά στοιχεία αξιολόγησης ενός Συστήματος Υγείας είναι η αποτελεσματικότητα του στην προαγωγή της υγείας των πολιτών, η αποδοτικότητα του σε σχέση με τους πόρους (οικονομικούς και ανθρώπινους) που απορροφά, η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, η ανταπόκριση στις προσδοκίες των πολιτών, και η ισότιμη πρόσβαση των πολιτών στο σύστημα.
Στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, συνυπάρχει ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας, με έναν σημαντικά ανεπτυγμένο Ιδιωτικό Τομέα Υγείας, ο οποίος σε μεγάλο βαθμό συνεργάζεται με τους φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Πρόσφατα οι κλάδοι Υγείας των Ασφαλιστικών Φορέων της χώρας συνενώθηκαν στον Ενιαίο Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ).
Οι Δαπάνες Υγείας διακρίνονται καταρχάς σε Δημόσιες και Ιδιωτικές Δαπάνες. Οι Δημόσιες Δαπάνες προέρχονται από το Κράτος και τους φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης. Οι Ιδιωτικές Δαπάνες από απευθείας δαπάνες των νοικοκυριών και από την Ιδιωτική Ασφάλιση. Οι βασικές κατηγορίες Δαπανών Υγείας είναι οι δαπάνες για κατανάλωση φαρμάκων, οι δαπάνες για Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (εξωνοσοκομειακή φροντίδα) και οι δαπάνες Νοσοκομειακής Νοσηλείας. Οι Δαπάνες Υγείας αντιπροσωπεύουν σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες σημαντικό ποσοστό της συνολικής οικονομίας (συνήθως 8-12% του ΑΕΠ) με σημαντικές αποκλίσεις από χώρα σε χώρα στο μέγεθος, τις πηγές χρηματοδότησης και την κατανομή των δαπανών.
Σε περιόδους οικονομικής κρίσης οι Δαπάνες Υγείας υφίστανται πίεση και τα συστήματα υγείας καλούνται να λειτουργήσουν με λιγότερους πόρους. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ και της Ε.Ε. για την Υγεία στην Ευρώπη [1] οι συνολικές δαπάνες για την Υγεία μειώθηκαν σχεδόν σε όλη την Ευρώπη λόγω της οικονομικής κρίσης. Αυτό συνέβη το 2010 για πρώτη φορά μετά από 35 χρόνια. Ειδικότερα στην Ελλάδα η κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας μειώθηκε κατά 6,7% το 2010, σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία, οπότε είχε σημειωθεί μέση ετήσια αύξηση των δαπανών της τάξης του 5,7%.
Σε σύγκριση με το 2007, πριν την κρίση δηλαδή, το 2009 παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση της τάξης του 14-15% του π0σοστού των πολιτών που δηλώνουν ότι δεν μπόρεσαν να επισκεφτούν ιατρό ή οδοντίατρο παρότι πίστευαν ότι το χρειάζονταν [2]. Παρά την σημαντική μείωση του προϋπολογισμού των νοσοκομείων (40%) [3], το 2010 παρατηρήθηκε αύξηση κατά 40% των εισαγωγών στα δημόσια νοσοκομεία[4] με παράλληλη μείωση της τάξης του 25-30% των εισαγωγών σε ιδιωτικά νοσοκομεία [5]. Υπάρχουν ενδείξεις ότι η υγεία χειροτερεύει. Το ποσοστό των ατόμων που δηλώνει ότι έχει «κακή» ή «πολύ κακή» υγεία αυξήθηκε κατά περίπου 14% από το 2007 στο 2009[2]. Ενδεικτικό των επιπτώσεων της κρίσης είναι και η σημαντική αύξηση, σύμφωνα με τους Γιατρούς του Κόσμου, του ποσοστού των Ελλήνων που επισκέπτονται τις δομές τους από 3-4% πριν την κρίση σε περίπου 30% κατά τη διάρκεια των τελευταίων 3-4 ετών [6].
Η πρόσβαση στην ιατρική φροντίδα και στις υπηρεσίες υγείας είναι ξεκάθαρα ένας από τους πιο σημαντικούς παράγοντες που καθορίζουν το επίπεδο υγείας ενός πληθυσμού [7]
Η μελέτη ΕΜΕΝΟ, που πραγματοποιείται σε μια χρονική περίοδο μετά από έξι συνεχόμενες χρονιές ύφεσης στην Ελλάδα, επιδιώκει να μελετήσει το σημερινό προφίλ της χρήσης Yπηρεσιών Yγείας στη χώρα, το βαθμό ικανοποίησης των πολιτών από τις Υπηρεσίες Υγείας καθώς και την προσβασιμότητα στις υπηρεσίες υγείας διαφορετικών κατηγοριών πολιτών.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
1. OECD. Health at a Glance: Europe 2012, OECD publishing 2012. www.ec.europa.eu/health/reports/docs/health_glance_2012_en.pdf
2. Kentikelenis A, Karinikolos M, Papanicolas I, Basu S, McKee M, Stuckler D. Health effects of financial crisis: omens of a Greek tragedy. Lancet 2011; 378: 1457–58.
3. Telloglou T. Interview with Minister of Health Andreas Loverdos. In: Papahelas A, Telloglou T, Papaioannou S, eds. Folders. Greece. Skai TV, 2011.
4. Liakopoulou T. Since last year private hospitals are in trouble wjile NHS is doing better. Kayhimerini June 12, 2011.
5. Hellastat. Sector study: health services. Athens: Hellastat 2010.
6. Karatziou D. Society in humanitarian crisis. Kyriakatiki Eleftherotipi July 24, 2011.
7. WHO (2003). Social Determinants of Health. 2nd edition. The solid Facts
Πηγή : European Cancer Observatory IARC WHO, http://eco.iarc.fr/
Αυτό το αξεπέραστο ανά τους αιώνες απόφθεγμα του Ιπποκράτη υποστηρίζεται από την σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση της Δημόσιας Υγείας που συνεχώς ανακαλύπτει και τεκμηριώνει νέους τρόπους για την πρόληψη και προστασία της υγείας μας.
Η ΠΡΟΛΗΨΗ είναι μέρος της φροντίδας υγείας και στοχεύει στην προστασία της εμποδίζοντας την εμφάνιση προβλημάτων, περιορίζοντας δηλαδή, στο πέρασμα του χρόνου, τον αριθμό των ασθενών και των θανάτων από ένα νόσημα, σε αντίθεση με την ιατρική περίθαλψη που αναφέρεται στην βελτίωση της υγείας μέσω της θεραπείας των ασθενειών1.
Στην πρόληψη υπάρχουν τρεις βαθμίδες[1]:
Η ΠΡΩΤΟΓΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ προωθείται με μέτρα για την προστασία του περιβάλλοντος, φυσικού, ανθρώπινου και κοινωνικού, στο οποίο ζει και εργάζεται ο άνθρωπος. Τα μέτρα αυτά στηρίζονται στην επιστημονική τεκμηρίωση που παράγει η Δημόσια Υγεία και αφορούν την κοινωνία και τον πληθυσμό ως σύνολο, αλλά και τα άτομα ξεχωριστά.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα επιτυχημένων μέτρων είναι ο έλεγχος της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, η εξασφάλιση καθαρού δικτύου πόσιμου νερού και η φθορίωση του, η υγιεινή και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, η προγεννητική φροντίδα στην εγκυμοσύνη, η αγωγή υγείας για το κάπνισμα, τη διατροφή, την άσκηση και τη χρήση προφυλακτικού στις σεξουαλικές σχέσεις, οι εμβολιασμοί.
Οι ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ αποτελούν μια αδιαμφισβήτητη στρατηγική[2] με την καλύτερη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας για την πρόληψη των λοιμωδών νοσημάτων[3] που οδηγεί τόσο στην ατομική προστασία των εμβολιαζόμενων, όσο και στην προστασία του συνόλου. Σε κάθε χώρα υπάρχει μια ενιαία πολιτική εμβολιασμών που προγραμματίζεται και παρέχεται από την Πολιτεία, σύμφωνα με τα τρέχοντα τοπικά επιδημιολογικά δεδομένα και τις τοπικές οδηγίες[4]. Η εντυπωσιακή μείωση της συχνότητας των λοιμώξεων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό την τελευταία εικοσαετία είναι ενδείξεις της αξίας της ανοσοποίησης με εμβόλια[5].Δυστυχώς το 2011 καταγράφηκε σημαντική αύξηση των επιδημικών εκρήξεων ιλαράς σε αρκετές χώρες της ΕΕ, ώστε τα κράτη μέλη να πρέπει να προβούν σε αποτελεσματικές παρεμβάσεις προκειμένου να αυξηθεί η εμβολιαστική κάλυψη[6].
Η συστηματική εφαρμογή των εμβολιασμών αφορά και στους ενήλικες, είτε ως σύνολο (για τέτανο) είτε ως ευπαθείς ομάδες (κατά του πνευμονιόκοκκου ή της γρίπης) και για το σκοπό αυτό έχει εκπονηθεί Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών. Στην Ελλάδα το ποσοστό κάλυψης του πληθυσμού με τα προτεινόμενα εμβόλια είναι χαμηλό έως μέτριο και κυμαίνεται για το εμβόλιο κατά του τετάνου από 52-80%[7], για το εμβόλιο κατά του πνευμονιόκοκκου εκτιμάται αδρά στο 10%, ενώ για το εμβόλιο κατά της εποχικής γρίπης εκτιμάται περίπου στο 30- 40%[8,9].
Η ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ βασίζεται στα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά και συστήνονται, μεταξύ άλλων για τον καρκίνο του μαστού[10], του τραχήλου της μήτρας[11,12] και του παχέος εντέρου[13]. Πρόκειται για νοσήματα που ανήκουν στις δέκα κυριότερες αιτίες θανάτου από καρκίνο στην Ελλάδα[14].
Στον ελληνικό πληθυσμό 1 στους 4 θανάτους οφείλεται σε κακοήθη νεοπλάσματα, αποτελώντας τη δεύτερη αιτία θανάτου μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα[15]. Στη χώρα μας πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο στους άνδρες είναι ο καρκίνος του πνεύμονα, και ακολουθούν του προστάτη, και του παχέος εντέρου. Στις γυναίκες πρώτη αιτία θανάτου από καρκίνο είναι ο καρκίνος του μαστού και ακολουθούν του παχέος εντέρου και του πνεύμονα [16].
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, η νόσηση από καρκίνο αναμένεται να αυξηθεί, ενώ παράλληλα ένα ποσοστό που υπερβαίνει το 30% των καρκίνων μπορεί να προληφθεί[17]. Η επιλογή των Προγραμμάτων Προσυμπτωματικού Ελέγχου, τα οποία διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία, είναι αποτέλεσμα έρευνας διεθνών οργανισμών και σχεδιάζονται με βάση τα σύγχρονα επιδημιολογικά δεδομένα, την πρόοδο της βιοτεχνολογίας και με κριτήριο την αποτελεσματικότητα τους και το προσδοκώμενο όφελος.
Η μελέτη ΕΜΕΝΟ είναι η πρώτη Πανελλαδική μελέτη που θα συλλέξει στοιχεία για τη χρήση μέτρων πρόληψης. Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα για τη ανάπτυξη αποτελεσματικών προγραμμάτων προαγωγής Δημόσιας Υγείας.
Βιβλιογραφικές Αναφορές
1. Τριχόπουλος Δ, Πετρίδου Ε. Η φιλοσοφία της προληπτικής ιατρικής. Στο: Τριχόπουλος Δ, Πετρίδου Ε, Καλαποθάκη Β (επιμ. έκδ.). Προληπτική Ιατρική και Δημόσια Υγεία. Ιατρικές Εκδόσεις Ζήτα, Αθήνα 2000 Σελ 3-13.
2. Anderson R, May R. Immunisation and herd immunity. Lancet 1990; 35:641-5
3. WHO/UNICEF. Global immunization vision and strategy 2006-2015. Geneva: WHO/UNICEF; 2005. Available at http://www.who.int/vaccines-
4. Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Πρόληψη των Μεταδοτικών Νοσημάτων 2008-2012. Υπουργείο Υγείας & Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γενική Γραμματεία Δημόσιας Υγείας, Αθήνα 2008.
5. WHO Regional Office for Europe. Eliminating measles and rubella and preventing congenital rubella infection. WHO European Region strategic plan 2005-2010. Copenhagen: WHO Regional Office for Europe. 2005.
6. European Centre for Disease Prevention and Control. Annual Epidemiological Report 2012. Reporting on 2010 surveillance data and 2011 epidemic intelligence data. Stockholm: ECDC; 2013.
7. Maltezou HC, Maragos A, Katerelos P, Paisi A, Karageorgou K, Papadimitriou T, Pierroutsakos IN. Ιnfluenza vaccination acceptance among health-care workers: a nationwide survey. Vaccine. 2008 Mar 10;26(11):1408-10. Epub 2008 Feb 13
8. Sotiropoulos A, Merkouris P, Gikas A, Skourtis S, Skliros E, Lanaras L, Nikolaou T, Pappas S. Influenza and pneumococcal vaccination rates among Greek diabetic patients in primary care. Diabet Med. 2005 Jan;22(1):110-1.
9. Steiner J.M., Willard Cates W., Are condoms the answer to rising rates of non-HIV sexually transmitted infections? Yes. BMJ , 2008, Vol.336:184.
10. Khatib MN., Modjtabai A. (ed). Guidelines for the early detection and screening of breast cancer. EMRO Technical Publication Series 30. WHO; 2006.
11. Hakama M, Coleman MP, Alexe DM, Auvinen A. Cancer screening: Evidence and practice in Europe 2008. Eur J Cancer. 2008;44(10):1404-13.
12. International Agency for Research on Cancer. World Health Organization. Cervix Cancer Screening. IARC Handbooks of Cancer Prevention. Vol. 10. IARC Press 2005.
13. Pesce A. Colorectal cancer screening. Fam Pract. 2001;18: 457-60.
14. Υπουργείο Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Υ.Υ.Κ.Α). Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τον Καρκίνο 2011-2015. Αθήνα, 2011.
15. International Agency for Research on Cancer (IARC). Cancer Mondial. France. 2008. Πρόσβαση από το δικτυακό τόπο: http://www-dep.iarc.fr.
16. European Cancer Observatory IARC WHO. Πρόσβαση από το δικτυακό τόπο: http://eco.iarc.fr/
17. World Health Organization (WHO). 10 Facts about Cancer. 2010. Πρόσβαση από το δικτυακό τόπο: http://www.who.int/features/factfiles/cancer/en/index.html
Στην ατμόσφαιρα εκλύονται ρύποι είτε από ανθρωπογενείς δραστηριότητες (π.χ. κίνηση οχημάτων, βιομηχανική δραστηριότητα, θέρμανση) ή από φυσικές πηγές (π.χ. σκόνη). Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι είναι αέριοι (όπως το όζον, το διοξείδιο του αζώτου, το μονοξείδιο του άνθρακα) και σωματιδιακοί. Τα σωματίδια στην ατμόσφαιρα δεν είναι ομοιογενή: τα φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά τους ποικίλουν διαχρονικά και γεωγραφικά ανάλογα με τις πηγές της ρύπανσης και τις μετεωρολογικές συνθήκες. Τα αιωρούμενα ατμοσφαιρικά σωματίδια μετρούνται με θεσμοθετημένους δείκτες, όπως τα ΡΜ10, σωματίδια με αεροδυναμική διάμετρο <10μm, ή τα ΡΜ2.5 αντίστοιχα με διάμετρο <2,5 μm.
Οι επιδράσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία στη σύγχρονη εποχή έχουν τεκμηριωθεί από πολλές επιδημιολογικές μελέτες που δείχνουν ότι ακόμα και τα σχετικά χαμηλότερα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης συνδέονται με σοβαρές επιδράσεις στην υγεία οι οποίες περιλαμβάνουν μέχρι και αύξηση της θνησιμότητας. Περισσότερο τεκμηριωμένες είναι οι επιδράσεις των αιωρούμενων ατμοσφαιρικών σωματιδίων, ενώ σοβαρά προβλήματα δημιουργεί και η έκθεση στο όζον (αναφερόμαστε στα χαμηλά στρώματα της ατμόσφαιρας και δεν πρέπει να συγχέεται το όζον ως ρύπος με την «τρύπα» του όζοντος στην στρατόσφαιρα). Επειδή τα μικρότερα σωματίδια (ΡΜ2.5 ή ΡΜ0.1) εισχωρούν βαθύτερα στους πνεύμονες, θεωρούνται πιο επικίνδυνα για την υγεία.
Οι επιδράσεις στην υγεία από την έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους, που αναγνωρίζονται από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (Π.Ο.Υ.), περιλαμβάνουν την μείωση της αναπνευστικής ικανότητας, την αύξηση της συχνότητας των αναπνευστικών συμπτωμάτων και της χρήσης φαρμάκων, τη μείωση της δραστηριότητας, την αύξηση των επισκέψεων σε γιατρούς και εξωτερικά ιατρεία, μέχρι σοβαρότερες επιδράσεις όπως την αύξηση των εισαγωγών επειγόντων περιστατικών στα νοσοκομεία (με νοσήματα του αναπνευστικού και καρδιαγγειακού συστήματος), την αύξηση της θνησιμότητας και τη μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης [1-2]
Το Ευρωπαϊκό πολυκεντρικό πρόγραμμα ΑΡΗΕΑ (Air Pollution and Health: a European Approach), έδειξε ότι παρατηρείται 0.6% αύξηση στην ημερήσια ολική θνησιμότητα όταν τα ΡΜ10 είναι αυξημένα κατά 10μg/m3. Η αντίστοιχη αύξηση στους θανάτους από καρδιακές ή αναπνευστικές αιτίες είναι 0.6-0.8%. [3]
Αντίστοιχα έχει βρεθεί ότι οι επείγουσες εισαγωγές από αναπνευστικά νοσήματα (περιλαμβανομένων και των εισαγωγών παιδιών με κρίση άσθματος) αυξάνονται ημερησίως κατά περίπου 1%.[4]
Οι επιδράσεις αυτές είναι μεγαλύτερες σε πόλεις στις οποίες τα σωματίδια προέρχονται σε μεγαλύτερο βαθμό από οχήματα, στις θερμότερες πόλεις καθώς και εκεί όπου η αναλογία των ηλικιωμένων είναι μεγαλύτερη.
Η μελέτη των μακροχρόνιων επιδράσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι δυσκολότερη γιατί απαιτεί μακροχρόνια παρακολούθηση πολλών ατόμων και καλές μετρήσεις ή εκτιμήσεις της έκθεσης στη ρύπανση. Έτσι, οι μελέτες αυτές είναι λιγότερες, αλλά έχουν δείξει ότι οι μακροχρόνιες επιδράσεις είναι πιο σημαντικές. Η πιο γνωστή μελέτη είναι της Αμερικανικής Αντικαρκινικής Εταιρείας, που έγινε σε 151 πόλεις και κάλυψε μισό εκατομμύριο κατοίκους και έδειξε ότι στην πιο ρυπασμένη πόλη σε σχέση με την πιο καθαρή η ολική θνησιμότητα ήταν αυξημένη κατά 6%, η θνησιμότητα από καρδιο-αναπνευστικές αιτίες ήταν αυξημένη κατά 9% και η θνησιμότητα από καρκίνο του πνεύμονα κατά 14% [5].
Ο αριθμός των θανάτων ανά 100.000 κατοίκους που θα προλαμβάνονταν αν οι ετήσιες συγκεντρώσεις των ΡΜ10 μειώνονταν σε 20μg/m3 σε ορισμένες Ευρωπαϊκές πόλεις φθάνει ως τους 25 στις πιο ρυπασμένες πόλεις από τις βραχυχρόνιες επιδράσεις, άλλους τόσους από τις μεσοπρόθεσμες, ενώ ξεπερνά τους 100 σε αρκετές Ευρωπαϊκές πόλεις από τις μακροχρόνιες επιδράσεις. Να σημειωθεί ότι ενώ οι συνιστώμενες τιμές της Π.Ο.Υ. για ΡΜ10 είναι 20μg/m3 (ετήσιος μέσος όρος), στην Αθήνα οι μέσες ετήσιες συγκεντρώσεις κυμάνθηκαν στους διάφορους σταθμούς από 35 μέχρι 49μg/m3 το 2010 και από 27 μέχρι 39μg/m3 το 2012.
Το κέρδος στο προσδόκιμο επιβίωσης σε ορισμένες ευρωπαϊκές περιοχές, στην ηλικία των 30 ετών, αν μειωθούν οι ετήσιες συγκεντρώσεις ΡΜ2.5 στα 10μg/m3 (οδηγία της Π.Ο.Υ. για τις ετήσιες τιμές ΡΜ2.5) κυμαίνεται από 2 μέχρι 22 μήνες. Στην Αθήνα οι αντίστοιχες τιμές είναι ≥ 15μg/m3 σε όλους τους σταθμούς μέτρησης του ΥΠΕΚΑ και το υπολογιζόμενο κέρδος από την παραπάνω μείωση είναι 13 μήνες. [6]
Κάτι που δεν γνωρίζουμε στην Ελλάδα μέχρι σήμερα είναι η έκθεση του πληθυσμού όλης της χώρας στην ατμοσφαιρική ρύπανση ώστε να εκτιμήσουμε συνολικά τον κίνδυνο και ξεχωριστά κατά περιοχή. Αυτό το σημαντικό κενό θα καλύψει η μελέτη ΕΜΕΝΟ.
1. http://www.euro.who.int/_data/assets/pdf_file/0020/182432/e96762-final.pdf
2. http://www.aphekom.org/c/document_library/get_file?uuid=78d7f516-cf7b-4092-b89f-36b41f8e2646&groupId=10347 ).
3. Katsouyanni K, Touloumi G, Samoli E, Gryparis A, Le Tertre A, Monopolis Y, Rossi G, Zmirou D, Ballester F, Boumghar A, Anderson HR, Wojtyniak B, Paldy A, Braunstein R, Pekkanen J, Schindler Ch, Schwartz J. Confounding and effect modification in the short-term effects of ambient particles on total mortality: results from 29 European cities within the APHEA2 project. Epidemiology 2001;12: 521-31.
4. Atkinson R, Anderson HR, Sunyer J, Ayres J, Baccini M, Vonk J, Boumghar A, Forastiere F, Forsberg B, Touloumi G, Schwartz J, Katsouyanni K. Acute effects of particulate air pollution on respiratory admissions-results from the APHEA2 project. Am J Resp Crit Care 2001;164:1860-6 .
5. Pope CA III, Burnett RT, Thun MJ, Calle EE, Krewski D, Ito K, et al. 2002. Lung cancer, cardiopulmonary mortality, and long-term exposure to fine particulate air pollution. JAMA 287:1132–1141.
6. http://www.aphekom.org/c/document_library/get_file?uuid=78d7f516-cf7b-4092-b89f-36b41f8e2646&groupId=10347.
Εκπαιδευμένοι ερευνητές και ιατροί, συνεργάτες του προγράμματος, επισκέπτονται τυχαία επιλεγμένες περιοχές σε όλη την Ελλάδα. Στη συνέχεια επισκέπτονται ένα επίσης τυχαία επιλεγμένο δείγμα 6.000 κατοικιών στις περιοχές αυτές. Η κατοικία σας ίσως είναι μια από αυτές! Δηλαδή, χτυπούν την πόρτα σας και σας ενημερώνουν αναλυτικά για την μελέτη. Εάν αποφασίσετε να συμμετάσχετε, θα σας ζητηθεί να υπογράψετε το έντυπο ενημέρωσης και συναίνεσης πριν την έναρξη της συνέντευξης.
Η διαδικασία είναι απλή και περιλαμβάνει 3 στάδια